Ο Λάμπρος Κωνσταντίνου Λιόλιος ή Γραβάνης από το Αστροχώρι Άρτας, ήταν εύσωμος και γεροδεμένος άνδρας, ψηλός, δραστήριος, τολμηρός και λιγόλογος.
Ο Λάμπρος Κων/νου Λιόλιος, φέρεται γραμμένος στα Μητρώα Αρρένων του Αστροχωρίου, των Γενικών Αρχείων του Κράτους και στο Στρατολογικό Γραφείο Άρτας με το επώνυμο Γραβάνης.
Ήταν κλάσεως 1917 (έτος γεννήσεως 1897) και από της στρατεύσεώς του μέχρι το 1922 που απολύθηκε από το στρατό, υπηρετούσε στο θρυλικό Σύνταγμα Ευζώνων Άρτας ως Λοχίας διμοιρίτης.
Έλαβε μέρος σε όλες τις μάχες που διεξήγαγε το Σύνταγμα Ευζώνων κατά τη Μικρασιατική εκστρατεία, στις οποίες η διμοιρία του είχε πάντοτε επιτυχίες και τις λιγότερες απώλειες, έλεγαν οι Αστροχωρίτες που υπηρετούσαν στο ίδιο Λόχο με το Γραβάνη.
Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα είχε Λοχαγό το Γεώργιο Κολοβό από τη Μεγαλόχαρη Άρτας, τον μετέπειτα Ταγματάρχη της Στρατολογίας.
Σε μια βραχώδη πλαγιά ο Λόχος έκανε εκκαθάριση του εδάφους, για να επιτεθεί στη συνέχεια κατά των Τούρκων που κατείχαν το ύψωμα.
Εκεί, στη μέση της πλαγιάς, υπήρχε μια πέτρα μεγάλων διαστάσεων, στην οποία κρυβόταν ένας Τούρκος. Ο Κολοβός τον είδε με τα κιάλια του και φώναξε:
— Γραβάνη, πρόσεχε. Πίσω στην πέτρα είναι κρυμμένος ένας Τούρκος.
Ο Γραβάνης πλησίασε τον Τούρκο και άρχισε η μάχη με τις λόγχες. Ο ένας κυνηγούσε τον άλλον γύρω από την πέτρα. Σε μια στιγμή ο Γραβάνης, γύρισε αντίθετα και, καθώς ερχόταν ο Τούρκος με ορμή, καρφώθηκε στην ξιφολόγχη του Γραβάνη και σωριάστηκε καταγής αιμόφυρτος.
Όπως αποδείχτηκε ο Τούρκος ήταν ελεύθερος σκοπευτής με σκοπό να χτυπήσει τα Τμήματα μας από τα νώτα, όταν θα επιτίθονταν να καταλάβουν την κορυφή του υψώματος.
Στη συνέχεια, πολεμώντας και προχωρώντας ο Γραβάνης με τη διμοιρία του, διέσχισαν τη φοβερή Αλμυρή Έρημο, περπατώντας επάνω στην καυτή άμμο «τρία τέσσερα βήματα μπροστά και κάνα δυο πίσω», οπότε έφθασαν στο φοβερό Καλέ Γκρότο.
Εκεί, δυο Τάγματα του Συντάγματος Ευζώνων Άρτας και άλλα δυο Τάγματα ενός άλλου Συντάγματος, τρεις φορές επιτέθηκαν να καταλάβουν ένα ύψωμα και τις τρεις φορές τα ανάγκασαν οι Τούρκοι να υποχωρήσουν, με μεγάλες απώλειες σε νεκρούς και τραυματίες.
Τότε οι αξιωματικοί έφεραν στολές (φουστανέλες, φέσια, τσαρούχια κ.λπ.) σαν αυτές που φορούσαν οι εύζωνοι και τις φόρεσαν οι ίδιοι στρατιώτες του άλλου Συντάγματος και όλοι μαζί επιτέθηκαν ξανά να καταλάβουν το ύψωμα. Οι Τούρκοι, αμύνονταν με λύσσα, αλλά όταν είδαν τόσους πολλούς ευζώνους, εγκατέλειψαν το ύψωμα και υποχώρησαν άτακτα. Φοβούνταν τα ευζωνικά Τμήματα και τα έλεγαν «Σεΐτάν ασκέρι».
Ο Λοχίας Λάμπρος Γραβάνης, γέροντας τώρα, αφού έφερε στη μνήμη του τα περασμένα, είπε:
«Στις 17 Αυγούστου 1921, το Σύνταγμα μας κατέλαβε και το τελευταίο ύψωμα του Καλέ Γκρότο κάτω από το οποίο απλώνεται ένας απέραντος κάμπος, όσο βλέπει το μάτι του ανθρώπου και στο βάθος είναι η Άγκυρα.
Οι Τούρκοι, που υποχώρησαν από το ύψωμα, έτρεχαν πανικόβλητοι στον κάμπο μην ξέροντας προς τα πού να πάνε και τι να κάνουν, γιατί το πυροβολικό μας (βαρύ, πεδινό και ορειβατικό) έβαζε κατά πάνω τους, μπροστά, πίσω, δεξιά, αριστερά, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει σωτηρία γι' αυτούς. Όταν σταμάτησε το κανονίδι ο κάμπος είχε μαυρίσει από νεκρούς και τραυματίες Τούρκους. Από πάνω από το ύψωμα φαίνονταν σαν να ήταν μαύρα κοράκια οι ξαπλωμένοι στον κάμπο.
Στην κορυφή του υψώματος βρήκαμε μέσα σε ένα χαντάκι τενεκέδες γεμάτους νερό, ψωμιά, τυριά, κονσέρβες και άλλα τρόφιμα, τα οποία εγκατέλειψαν οι Τούρκοι κατά την άτακτη υποχώρηση τους. Δεν τολμούσαμε όμως να πιούμε νερό, γιατί φοβούμασταν μήπως οι Τούρκοι είχαν ρίξει μέσα δηλητήριο.
—Ακούστε παιδιά, είπα στους άνδρες μου. Θα πιω εγώ πρώτα και εσείς θα περιμένετε κοντά στη μισή ώρα. Αν δεν πάθω τίποτα, τότε θα πιείτε όλοι εσείς και τελευταίος εγώ.
— Γέμισα δυο παγούρια νερό και τα ήπια μονορούφι. Μετά από κάμποση ώρα ήπιαν όλοι νερό και επακολούθησε πλούσιο φαγοπότι».
Ο Λάμπρος Γραβάνης δεν ήταν μονάχα δυνατός άνδρας, αλλά ήταν και άνθρωπος αντοχής. Κατά την υποχώρηση του στρατού μας από τη Μικρά Ασία η διμοιρία του αποτελούσε την οπισθοφυλακή του Λόχου του.
Πολλοί στρατιώτες μας εξαντλημένοι από την πείνα, την πεζοπορία, την αϋπνία, τις κακουχίες και την κούραση, κάθονταν λίγο να ξεκουραστούν και τους έπαιρνε ο ύπνος, ενώ από πίσω ακολουθούσαν οι τσέτες (Τούρκοι αντάρτες) και ο τουρκικός στρατός.
Ο Γραβάνης, όποιο στρατιώτη έβρισκε να κοιμάται, τον ξυπνούσε, του έριχνε λίγο νερό στο κεφάλι ή ένα ελαφρό χαστούκι να συνέλθει και του έλεγε: «Συνάδελφε, σήκω και έλα να φύγουμε. Πίσω μας έρχονται οι Τούρκοι και θα σε σφάξουν. Κάμε κουράγιο και, μόλις φθάσουμε στα πλοία μας, θα κοιμηθείς όσο θέλεις».
Χάρις στην ανθρωπιά και την αντοχή του, ο έφεδρος Λοχίας Λάμπρος Γραβάνης, έσωσε τότε πάρα πολλούς στρατιώτες μας από βέβαιο θάνατο.
Και ο Λάμπρος Λιόλιος ή Γραβάνης, τελείωσε τη διήγηση του ως ακολούθως:
«Όταν φθάσαμε στον Τσεσμέ, ο Συνταγματάρχης Πλαστήρας διέταξε και σκοτώσαμε τα ζώα και κατόπιν στρατιώτες και άμαχος πληθυσμός μπήκαμε στα καράβια μας που ήταν στο λιμάνι. Η επιβίβαση έγινε με απόλυτη τάξη. Τελευταίος από όλους μπήκε στο καράβι ο Πλαστήρας και φύγαμε για τη Χίο».
Ο μπάρμπα-Λαμπράκης Λιόλιος, όπως συνηθίζαμε εμείς οι μικρότεροι του στην ηλικία να τον λέμε, ήταν μια ζωντανή ιστορία. Στα πέντε χρόνια, που ήταν στην πρώτη γραμμή του πυρός, είδαν τα μάτια του πολλά και άκουσε πολλά. Είχε διαύγεια πνεύματος, απέραντο μνημονικό και διηγούνταν πολύ ωραία.
Ας είναι οι λιτές ετούτες γραμμές ένα μνημόσυνο στη στρατιωτική του συνέπεια, στην ανθρωπιά του και στην παλικαριά του.
Από το βιβλίο του Αντωνίου Νικολ. Αθανασάκη «ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΑΠΟ ΤΟ 1897 ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1940-41 KAI Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΑΣΤΡΟΧΩΡΙΤΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΩΝ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ 1897, 1912-13,1919-1922, 1940-41» δείτε σχετικές αναρτήσεις εδώ:
Ο Συγγραφέας - http://astrohori.blogspot.com/2011/08/blog-post_21.html
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου